излазить - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

излазить - translation to


облазить      
percorrer ; (побывать) ter estado (em muitos lugares) ; (в поисках чего-л) esquadrinhar
излазить      
correr (percorrer) muitos lugares ; (в поисках чего-л) rebuscar , revistar
лазить      
trepar , galgar ; (шарить) remexer , , procurar ; (пробираться) meter-se, enfiar-se ; (проникать) penetrar

Ορισμός

излазить
сов. перех. разг.
Тщательно обойти, исползать и т.п. какое-л. место (обычно в поисках чего-л.).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για излазить
1. Для этого пришлось излазить всю разрушенную многоэтажку, кстати, единственную на этой стороне улицы, по которой время от времени ездили машины федералов.
2. Особенно у новороссийских десантников, которым в первую чеченскую кампанию пришлось излазить горы под Ведено, Шатоем и Сержень-Юртом, а во вторую, совершив из Каспийска, где они охраняли аэродром, 250-километровый марш по горным серпантинам, преградить путь в Ботлих Басаеву и Хаттабу.